Κοινή επιστολή Ιατρικών Συλλόγων προς τoν Υπουργό Υγείας

Προς

τον Υπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης,

κ. Άδωνι Γεωργιάδη

Αριστοτέλους 17

104 33  ΑΘΗΝΑ

Αρ. Πρωτ.: 10609/18-12-2013

Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,

Η κατάσταση στο χώρο της υγείας έχει καταστεί επικίνδυνη. Πιστεύουμε ότι υπάρχουν απτές λύσεις που μπορούν να στηρίξουν το υγειονομικό επίπεδο της χώρας σε ανεκτό επίπεδο.

Οι από δεκαετίας παθογένειες του συστήματος της υγείας, τα τρία τελευταία χρόνια έχουν επιδεινωθεί από τα πολλαπλά πειράματα που εκτελούνται εν μέσω οικονομικής ασφυξίας ερήμην των ιατρών.

Προς διετίας συστήθηκε με έξοδα και κόπο ο Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας ισοπεδώνοντας τις παροχές προς του ασφαλισμένους και απειλώντας άμεσα την επιβίωση των συνεργαζόμενων ιατρών, κατά τους σχεδιασμούς γνωστού πολιτικού κύκλου. Πρόσφατα, η σχεδιαζόμενη μετατροπή του ΕΟΠΥΥ σε άπορο μεσιτικό-μονοπωλιακό αγοραστή υπηρεσιών παρουσιάζεται ως μέγιστη μεταρρύθμιση. Με περικοπές του προϋπολογισμού της τάξεως του 20-30% για το 2014, ποια είναι τα εχέγγυα για τη διασφάλιση της ποιότητας υπηρεσιών υγείας και της βιωσιμότητας των δημόσιων και ιδιωτικών δομών υγείας;  Ως επιτυχημένο μοντέλο εξόντωσης του μικρομεσαίου ιατρείου λειτουργεί το κακόβουλο σχέδιο της σταδιακής αύξησης των απαιτήσεων και του κόστους λειτουργίας των υπηρεσιών υγείας (κατηγοριοποίηση, προσχηματικά ποιοτικά κριτήρια, ιδιωτικές ελεγκτικές εταιρείες, στάση πληρωμών τρεχουσών και ληξιπρόθεσμων οφειλών, κλπ) με την ταυτόχρονη επιβολή μειοδοτικών διαγωνισμών και «κουρεμάτων». Η απρόσωπη βιομηχανοποίηση της υγείας και η άνευ όρων παράδοσή της στο μεγάλο επιχειρηματικό συμφέρον της ημεδαπής ή της αλλοδαπής αποτελεί την ιδανική λύση για την περιστολή των δαπανών υγείας στη χώρα μας όταν ακόμη δεν έχει υλοποιηθεί η από ετών εξαγγελία για συμψηφισμό οφειλών με το δημόσιο ;

Είναι σαφές ότι το λάθος επιχειρείται να διορθωθεί πάλι με αμφιλεγόμενες συνταγές βάσει σχεδίων ανθρώπων των οποίων την ικανότητα, εγκυρότητα και αυθεντία αμφισβητούμε ευθέως και επισημαίνουμε ότι βρίσκονται σε διαλεκτική σχέση με τη γνωστή πολιτική παρέα που σχεδιάζει όλες τις αποτυχημένες επί δεκαετίας πολιτικές στο χώρο της υγείας.

Τα σχέδια διάλυσης της υποχρηματοδοτούμενης Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) και της νοσοκομειακής περίθαλψης, που ψευδεπίγραφα ονομάζεται μεταρρύθμιση, ουσιαστικά θα δημιουργήσουν  μια αλυσιδωτή αντίδραση χάους μέσω των ανατρεπτικών αλλαγών των εργασιακών σχέσεων ιατρών χωρίς αντίστοιχη περίοδο προσαρμογής, φιλοδοξώντας να διορθώσουν αίφνης, παθογένειες δεκαετιών. Η απειλούμενη απόλυση/κινητικότητα/διαθεσιμότητα και οι άγνωστοι εργασιακοί και συνταξιοδοτικοί όροι της μεταλλαγής, εναποθέτουν το όλο εγχείρημα σε κινούμενη άμμο. Από την άλλη η επιβολή της οικονομικής εξαθλίωσης χιλιάδων ιατρών του ΕΟΠΥΥ με την αναδρομική μη γνωστοποιημένη εφαρμογή των επιστροφών χρήματος (rebate, clawback) αποδεκατίζει την ποιότητα παροχής υπηρεσιών στην ΠΦΥ και απαξιώνει το ιατρικό έργο.

Αντίστοιχη κατάσταση αντιμετωπίζουν οι νοσοκομειακοί γιατροί που βιώνουν καθημερινά τη γραφειοκρατία, την υποχρηματοδότηση και την υποστελέχωση. Εργάζονται δε με εξαντλητικά ωράρια και αντίξοες συνθήκες με επισφαλή προγράμματα εφημεριών, για τις οποίες υπάρχουν ατέλειωτες καθυστερήσεις και περικοπές πληρωμών, καθιστώντας την προσωπική τους οικονομική επιβίωση ανέφικτη.

Ο αριθμός των εισαγομένων στις ιατρικές σχολές αυξάνεται αντί να μειώνεται δημιουργώντας νέους ανέργους επιστήμονες, η μεταπτυχιακή εκπαίδευση παραμένει απρογραμμάτιστη και υποβαθμισμένη και χιλιάδες νέοι γιατροί έχουν εγκαταλείψει τη χώρα αποδυναμώνοντας την ανανέωση και την αναζωογόνηση του δημόσιου συστήματος υγείας, από το οποίο έχουν αποκλειστεί εδώ και χρόνια.

Η ουσιαστική έλλειψη μηχανισμών αποτελεσματικής παρέμβασης απενεργοποιεί οποιαδήποτε σχεδιασμένη περικοπή στις δαπάνες υγείας. Η σταδιακή από-ασφάλιση του πληθυσμού, η έλλειψη προληπτικών προγραμμάτων, η καταστολή ζήτησης υπηρεσιών υγείας και η αποδιοργάνωση της ΠΦΥ οδηγεί στην ανεπαρκή διάγνωση,  θεραπεία και στην απορρύθμιση των χρόνιων ασθενειών, γεγονός που εξακοντίζει δευτερογενώς τις δαπάνες υγείας με αντίστοιχη αύξηση της νοσηρότητας, των επιπλοκών και της θνητότητας.

Οι παλινωδίες στην πολιτική φαρμάκου έχουν προκαλέσει σύγχυση στους υγειονομικούς φορείς και στους χρήστες υγείας με προφανή έλλειψη σοβαρής στόχευσης και απτών αποτελεσμάτων που να εγγυώνται έγκαιρη πρόσβαση των πολιτών στη βασική φαρμακευτική περίθαλψη.

Η κυβέρνηση φαίνεται ανέτοιμη και απρόθυμη να αντιμετωπίσει συνολικά το θέμα της υγείας στην παρούσα φάση όπως φαίνεται από τα αποσπασματικά μέτρα που λαμβάνονται και τις αντικρουόμενες ρυθμίσεις που προωθούνται. Κοινός παρονομαστής όλων των παραπάνω είναι η αύξηση του γραφειοκρατικού κόστους της υγείας στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, τη στιγμή που οι πόροι  για τις πραγματικές ανάγκες των ασθενών μειώνονται. Η προφανής συνέπεια αυτής της πολιτικής είναι η εξασθένιση του μέσου επιστήμονα ιατρού και η διαφύλαξη των προνομίων της γραφειοκρατικής νομενκλατούρας την ώρα που η ταλαιπωρία των ασθενών καθημερινά μεγαλώνει. Οι  ιατροί και οι ασθενείς σε καθημερινή βάση αγανακτούν και οδηγούνται αργά αλλά σταθερά στα άκρα. Η κατάσταση θα μπορούσε να είναι καλύτερη υπό δυο στοιχειώδεις προϋποθέσεις:

1) Με την ορθολογική και δίκαιη κατανομή των λιγοστών πόρων

2) Με ανιδιοτελή και ορθολογικό σχεδιασμό επί ενός υπαρκτού υγειονομικού χάρτη

Η γραφειοκρατία που κυβερνά το Υπουργείο Υγείας επί δεκαετίες και ως «Κίρκη» μαγεύει του υπουργούς, δεν εγγυάται τίποτα από τα δυο. Εξυπηρετεί δυστυχώς συγκεκριμένα συμφέροντα εις βάρος του κοινωνικού συνόλου.

Υπό αυτό το πρίσμα η παροδική αναστολή με την έναρξη ουσιαστικού διαλόγου με τους θεσμικούς φορείς επί της ονομαζόμενης μεταρρύθμισης στην ΠΦΥ, θεωρούμε ότι είναι αναγκαία πράξη σύνεσης.

Είμαστε έτοιμοι εκ του ρόλου μας ως πρόεδροι ΝΠΔΔ, να συνδράμουμε στην ανάταξη του χώρου της υγείας μέσω του συνολικού σχεδιασμού του και εντός των οικονομικών δυνατοτήτων της χώρας.

Δ. Τσάμης , Πρόεδρος Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης

Γρ. Πασπάτης, Πρόεδρος Ιατρικού Συλλόγου Ηρακλείου

Α. Μαστοράκου, Πρόεδρος Ιατρικού Συλλόγου Πατρών

Κ. Γιαννακόπουλος, Πρόεδρος Ιατρικού Συλλόγου Λάρισας